σπανίους

σπανίους
σπάνιος
rare
masc acc pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • окращеныи — (1*) прич. страд. прош. Редкий. В роли с.: и не тако ѹбо видимъ многии не прилежаща. нъ лѣнѧщасѧ в семь родѣ. нъ въ окращены(х) и в оставшихъ в б҃очестьи. (εἰς τοὺς σπανίους) ФСт XIV/XV, 202г …   Словарь древнерусского языка (XI-XIV вв.)

  • αισθητική — I (Φιλοσ.). Φιλοσοφικός κλάδος που ασχολείται με την τέχνη, επιδιώκοντας να προσδιορίσει την ουσία, τον χαρακτήρα και τις σχέσεις της με τις άλλες ανθρώπινες δραστηριότητες. Ο ορισμός της φιλοσοφίας της τέχνης ως α. είναι δημιούργημα των νεότερων …   Dictionary of Greek

  • κρυόλιθος — Ορυκτό του νατρίου, με χημικό τύπο Να3ΑlF6. Παρουσιάζει το φαινόμενο του πολυμορφισμού, δηλαδή κρυσταλλώνεται στο μονοκλινές σύστημα σε κανονική θερμοκρασία, ενώ σε θερμοκρασίες πάνω από 550°C οι σχηματιζόμενοι κρύσταλλοι ανήκουν στο κυβικό… …   Dictionary of Greek

  • οφιόλιθος — Ο όρος, όχι απόλυτα σαφής, χρησιμοποιείται στην πετρογραφία ως συνώνυμο άλλοτε των σερπεντινών, και άλλοτε των πρασινολίθων. Τα πετρώματα αυτά είναι βασικά και υπερβασικά, όπως οι γάββροι, οι περιδοτίτες, οι σερπεντΐνες κλπ. Άλλοι όμως θεωρούν… …   Dictionary of Greek

  • Αρμενία — I Ιστορική γεωγραφική περιοχή (περ. 140.000 τ. χλμ.) της δυτικής Ασίας με ασφαλή μάλλον φυσικά σύνορα. Γενικά ως Α. ορίζεται η περιοχή που εκτείνεται σε μήκος μεταξύ του άνω ρου του Ευφράτη και της λεκάνης της Ουρμίας λίμνης και σε πλάτος μεταξύ… …   Dictionary of Greek

  • ηχοκαρδιογραφία — Εξέταση που χρησιμοποιεί τους υπερήχους (συχνότητας μεγαλύτερης των 20 kHz που δεν γίνονται αντιληπτοί από τον άνθρωπο), οι οποίοι επιτρέπουν στον γιατρό να σχηματίζει εικόνα της εσωτερικής δομής της καρδιάς και των κινήσεών της. Ένα εξάρτημα που …   Dictionary of Greek

  • Ιταλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ιταλίας Έκταση: 301.230 τ. χλμ. Πληθυσμός: 56.305.568 (2001) Πρωτεύουσα: Ρώμη (2.459.776 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ευρώπης. Συνορεύει στα ΒΔ με τη Γαλλία, στα Β με την Ελβετία και την Αυστρία, στα ΒΑ με τη… …   Dictionary of Greek

  • Μουσείο, Αρχαιολογικό Θεσσαλονίκης — Το Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης στεγάζεται από το 1962 σ’ ένα λιτό κτίριο στο κέντρο της πόλης (Μανόλη Ανδρόνικου 6), που χτίστηκε σε σχέδια του αρχιτέκτονα Πάτροκλου Καραντινού. Η αρχική έκθεση των ευρημάτων, που ολοκληρώθηκε το 1971,… …   Dictionary of Greek

  • Μπουρκίνα Φάσο — Κράτος της δυτικής Αφρικής. Συνορεύει στα ΒΑ με τον Νίγηρα, στα ΒΔ με το Μάλι, στα Να με την Ακτή του Ελεφαντοστού και στα Ν με την Γκάνα, το Τόγκο και την Μπενίν.H M.Φ. δημιουργήθηκε το 1960 από τον διαμελισμό της Γαλλικής Δυτικής Aφρικής και… …   Dictionary of Greek

  • χλωραμμώνιο — Ορυκτό με χημικό τύπο (NH4Cl), γνωστό και με τον χαρακτηρισμό χλωριούχο αμμώνιο. Απαντά στη φύση σε σπάνιους μικρούς κρυστάλλους του κυβικού κρυσταλλικού συστήματος ή και σε σταλακτιτικά ινώδη, βοτρυώδη καιεπιφλοιωματώδη συσσωματώματα. Είναι… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”